Ο κόσμος της Ακουαλούνης ήταν πάντα ένα μέρος όπου το νερό και η ζωή χόρευαν μαζί. Τα πλωτά της νησιά παρασύρονταν νωχελικά σε θάλασσες αστραφτερού μπλε, συνδεδεμένα με ρεύματα που έλαμπαν σαν σχοινιά υγρού αστερόφωτος. Παιδιά έπαιζαν δίπλα σε κρυστάλλινες λιμνούλες, και οι γέροντες ψάρευαν από ασημένια ποτάμια που άστραφταν ακόμα και τα μεσάνυχτα. Το νερό δεν ήταν απλώς ένας πόρος στην Ακουαλούνη, ήταν ο παλμός ολόκληρου του κόσμου. Αλλά ο παλμός άρχισε να εξασθενεί. Κανείς δεν το πρόσεξε στην αρχή. Λίγες παράξενες φυσαλίδες που ανέβαιναν από τις βαθιές λίμνες. Μια περιοχή με θολά νερά κοντά στις αποβάθρες. Ένα συντριβάνι που έβγαζε νερό με διακοπές αντί να τραγουδά. Οι γέροντες το αγνόησαν, πιστεύοντας ότι η φύση